- ὀφίδια
- ὀφίδιονneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
οφίδια — Ερπετά που αποτελούν την υπόταξη των λιπιδωτών ή φολιδωτών με 18 οικογένειες. Βλ. λ. φίδια· ερπετά … Dictionary of Greek
φίδια — (οφίδια). Υπόταξη της ομοταξίας των ερπετών, που αποτελούν, μαζί με τα σαυροειδή, την τάξη των λεπιδωτών. Τα φ. παρουσιάζουν διάφορα τυπικά χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων κυρίως το σχήμα, πάντοτε επίμηκες, και η έλλειψη άκρων (μόνο σε μερικά… … Dictionary of Greek
Ophidiasteridae — Ophiodiasteridae Linckia laevigata Scientific classification Kingdom: Animalia … Wikipedia
Ophidiasteridae — Linckia laevigata Научная классификация … Википедия
λεπιδωτά — Μεγάλη τάξη ερπετών η οποία υποδιαιρείται σε τρεις υποτάξεις, των οφιδίων, των αμφισβαινίων και των σαυροειδών. Η επιστημονική της ονομασία είναι Squamata. Παλαιότερα τα λ. θεωρούνταν μία ομάδα, στην οποία οι τρεις αυτές υποτάξεις είχαν τη θέση… … Dictionary of Greek
οφίδιο — και οφείδιο, το (Α ὀφίδιον και ὀφείδιον) [όφις] (υποκορ. τού όφις) μικρό φίδι νεοελλ. στον πληθ. τα οφίδια υπόταξη λεπιδωτών ερπετών που περιλαμβάνει τα φίδια αρχ. είδος ψαριού … Dictionary of Greek
φίδι — το / φίδιν, ΝΜ, και παλ. εσφ. τ. φείδι Ν συν. στον πληθ. τα φίδια ζωολ. κοινή σήμερα ονομασία τής τάξης ερπετών οφίδια, η οποία περιλαμβάνει 2.700 είδη, συγγενικά με τις σαύρες και τα αμφισβαίνια και ευρέως διαδεδομένα, ιδίως στις θερμές περιοχές … Dictionary of Greek
εξέλιξης, θεωρία της- — Θεωρία κατά την οποία όλα τα αντικείμενα του σύμπαντος έχουν υποστεί, με την πάροδο του χρόνου, μεταμορφώσεις σύμφωνα με μια φυσική διαδικασία εξέλιξης που τα οδήγησε βαθμιαία από μια αρχέγονη, ομοιογενή και αδιαφοροποίητη κατάσταση, σε… … Dictionary of Greek
σαυροειδή — Υποτάξη ερπετών στην οποία ανήκουν πάνω από 2500 είδη συγκεντρωμένα σε 21 οικογένειες, από τις οποίες αναφέρουμε κυρίως τους Σαυρίδες, τους Χαμαιλέοντες, τους Γκεκονίδες, τους Ιγουανίδες και τους Βαρανίδες. Τα Σ., οι διαστάσεις των οποίων… … Dictionary of Greek